Δημήτρης Ψαθάς
Ο πιο μεγάλος κίνδυνος είναι να χαρακτηριστεί η κωμωδία τούτη πολιτική, γραμμένη με ορισμένο στόχο για να εξυπηρετήσει ας πούμε, ή να επικρίνει κάποια ιδεολογία. Δεν έχει κανένα τέτοιο σκοπό η κωμωδία. Ο συγγραφέας θέλησε να πάει πέρα από τις ιδεολογίες, να ψάξει πίσω από αυτές, τους ίδιους τους ανθρώπους, να γράψει μια κωμωδία της ζωής, ανθρώπινη, με όλο το δραματικό υπόστρωμά της.
Δεν ξέρω αν το πέτυχα εντελώς, ή λίγο ή καθόλου. Εκείνο, όμως, που ξέρω σίγουρα είναι ότι εξάντλησα όλες τις δυνάμεις γύρω από ένα θέμα που μ΄ απασχολούσε από χρόνια και χρειάστηκε δουλειά απείρως περισσότερη απ΄ όση χρειάστηκαν άλλα έργα μου μέχρι τώρα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΨΑΘΑΣ
Ο Βασίλης Βασιλάκης είναι ένας χαμηλόμισθος υπάλληλος ενός εκδοτικού οίκου. Εντούτοις, οι πεποιθήσεις του είναι ιδιαίτερα συντηρητικές και δείχνει υπερβολικό σεβασμό στην προϊστάμενό του, κα Φαρλάκου Για το λόγο αυτό, έρχεται συχνά σε αντιπαράθεση με το συνάδελφό του Μάνο Αποστόλου ο οποίος έχει εκ διαμέτρου αντίθετες αντιλήψεις. Εξάλλου, ο Βασίλης προσπαθεί να λύσει το οικονομικό του πρόβλημα αγοράζοντας λαχεία, όμως δεν έχει τύχη.
Ο ποιητής Τιμολέων Φανφάρας συνεργάζεται με τον εκδοτικό οίκο και χαίρει της εκτίμησης της κας Φαρλάκου και του Βασίλη, όχι όμως και του Μάνου. Έτσι ο Μάνος, ο οποίος αρθρογραφεί σε μια φιλοαριστερή εφημερίδα, καταφέρεται εναντίον του ποιητή με περιφρονητικούς χαρακτηρισμούς. Αυτό έχει ως συνέπεια την απόλυσή του.
Η Ντίνα αδερφή του Βασίλη, μαζί με τη μητέρα τους καταφθάνουν από το χωριό στην Αθήνα μετά από ένα επεισόδιο που είχε η Ντίνα με τον κοινοτάρχη. Με αφορμή αυτό το περιστατικό, ο Βασίλης ανακαλύπτει προς φρίκη του ότι η αδελφή του έχει αναρχική δραστηριότητα. Εξοργίζεται, δε, ακόμα περισσότερο όταν μαθαίνει ότι η Ντίνα έχει συνάψει δεσμό με το Μάνο και σκοπεύει να τον παντρευτεί.
Τελικά, ο Μάνος όχι μόνο γίνεται γαμπρός του Βασίλη, αλλά καταφέρνει να κάμψει τις συντηρητικές του πεποιθήσεις και να τερματίσει τη μανία του με την αγορά λαχείων. Έτσι, ο Βασίλης αποφασίζει να ζητήσει επιτακτικά αύξηση από την προϊστάμενό του, η οποία όμως αρνείται και στη συνέχεια τον απολύει.
Στο μεταξύ, ο Μάνος αγοράζει ένα λαχείο από έναν επίμονο λαχειοπώλη τον οποίο έδιωξε ο Βασίλης, και το λαχείο αυτό κερδίζει ένα μεγάλο ποσό. Αυτή η ειρωνεία της τύχης επιδρά πολύ άσχημα στην ψυχολογία του Βασίλη, που καταλήγει στο φρενοκομείο, νομίζοντας ότι είναι κόκορας ….